γῆμ'

γῆμ'
γῆμαι , γαμέω
D Deor.
aor imperat mid 2nd sg
γῆμαι , γαμέω
D Deor.
aor inf act
γῆμα , γαμέω
D Deor.
aor ind act 1st sg (homeric ionic)
γῆμε , γαμέω
D Deor.
aor ind act 3rd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • νεογήμης — νεογήμης, ὁ (Α) αυτός που έχει παντρευτεί πρόσφατα. [ΕΤΥΜΟΛ. < νε(ο) * + γήμης (< θ. γημ τού γαμῶ, πρβλ. αόρ. ἔ γημ α)] …   Dictionary of Greek

  • AEGISTUS — Thyestis fil. ex Pelopeiâ eiusdem filiâ, qveni infantulum mater, tegendi fceleris causâ perdendum feris exposuit in silvis; sed a pastore inventus, eius beneficiô nutritus est, et inde Α᾿ίγιςθος dictus, quod nutritus sit a capris. Vide Aelian.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • τριγωνομετρία — Κλάδος των μαθηματικών που ασχολείται με το θεμελιώδες πρόβλημα του υπολογισμού όλων των στοιχείων ενός τριγώνου, όταν μας είναι γνωστά μερικά από αυτά, αλλά ικανά να το προσδιορίσουν. Επειδή τα τρίγωνα διακρίνονται σε επίπεδα και σφαιρικά, γι’… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”